Powered By Blogger

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2011

Έλληνας, Χριστιανός Ορθόδοξος και Ευρωπαίος


Βιώνουμε μια περίοδο στην οποία καλούμαστε να ξεδιαλύνουμε, σε ατομικό επίπεδο, πολλά μέχρι τώρα, «αυτονόητα» και να ξεκαθαρίσουμε τη θέση μας απέναντι σε θεσμούς, αξίες, έννοιες, σύμβολα κ.ά., που είτε από βαρεμάρα ή από βολεμάρα, δεν μας απασχόλησαν ιδιαίτερα σοβαρά μέχρι τώρα. Καλούμαστε για παράδειγμα να δούμε αν και σε ποιο βαθμό, είμαστε ορθόδοξοι χριστιανοί και έλληνες, ευρωπαίοι και έλληνες; ή και τα τρία μαζί; Ταυτόχρονα, αν μέχρι τώρα δεν το κάναμε, καλούμαστε να βρούμε αν τα αναγραφόμενα, όσον αφορά το θρήσκευμα,  στην αστυνομική μας ταυτότητα, συμφωνούν με την πραγματική ταυτότητα. Κατά πόσο λοιπόν είμαστε έλληνες, κατά πόσο χριστιανοί ορθόδοξοι, κατά πόσο ευρωπαίοι και κατά πόσο όλα αυτά μαζί. Είναι δύσκολο φυσικά να μπορέσει κανείς να αναλύσει τον έλληνα, τον ορθόδοξο και τον ευρωπαίο σε ένα μικρό άρθρο, εντούτοις με ένα τρόπο μάλλον ερωτηματικό μπορούμε να εξετάσουμε αν και κατά πόσο οι τρεις αυτοί όροι ταιριάζουν στον καθένα από εμάς.
Έχουμε δυστυχώς μάθει να κρίνουμε την ελληνικότητα, τη φιλοπατρία, την παλικαριά  μόνο μέσα από την ανάκληση της ιστορίας, που σε ότι αφορά την Ελλάδα είναι γεμάτη από ηρωικές στιγμές. Για τις εποχές που ζούμε όμως ίσως θα έπρεπε να ορίσουμε και το νόημα της ελληνικότητας κάποιου σε καιρό ειρήνης. Τότε ίσως θα μπορούμε να αναρωτηθούμε, πόσο είναι έλληνας αυτός που έχει τη δουλειά του για προσωπική του μόνο ωφέλεια, αγνοώντας την πραγματική σημασία της στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο – στην προκειμένη περίπτωση την Ελλάδα, ως δημόσιος ή ιδιωτικός υπάλληλος, ως επαγγελματίας, ως δάσκαλος, ως γιατρός, ως δικηγόρος, ως πολιτικός κοκ.; Πόσο είναι ορθόδοξος χριστιανός αυτός που επισκέπτεται την εκκλησία μόνο από ανάγκη (κοινωνικές εκδηλώσεις, μυστήρια κλπ.) και αυτό για να αποκομίσει μόνο κοσμικά οφέλη και όχι πνευματική δωρεά; Πόσο είναι ευρωπαίος αυτός που καπηλεύεται ευρωπαϊκά κονδύλια για ίδιον όφελος;
Τώρα ας εξετάζουμε τους συνδυασμούς:
Είναι έλληνας ορθόδοξος αυτός που αγνοεί ότι η σταθερή δύναμη που κράτησε όρθιο το έθνος ήταν η ορθοδοξία; Είναι έλληνας ορθόδοξος αυτός που αγνοεί την προσφορά της ορθοδοξίας στην Ευρώπη;
Είναι έλληνας ευρωπαίος αυτός που δέχεται μονάχα την οικονομική Ευρώπη, σαν σανίδα σωτηρίας στην όχι και τόσο υπερήφανη ‘’νεοελληνική του πρακτική;’’ Είναι έλληνας ευρωπαίος (επιστήμονας, πολιτικός, επιχειρηματίας κλπ.) αυτός που αρπάζει κάθε ευκαιρία αισχοκέρδιας (ευρωπαϊκά κονδύλια, δάνεια, επενδύσεις) σε βάρος της Ευρώπης και υπέρ της μίζερής του νεοελληνικής υποκουλτούρας; Είναι έλληνας ευρωπαίος αυτός που κάθε φορά που όταν βλέπει  τη διείσδυση των τεχνολογιών της Ευρώπης στην Ελλάδα προσπαθεί με νύχια και με δόντια να κρατήσει την καρέκλα του (με χίλια δυο πολιτικά τερτίπια) και να μη φανεί η πραγματική του αδυναμία μπροστά στους τόσους νεολαίους, που στο όνομα της προόδου, τη δικαιούνται;
Είναι ορθόδοξος ευρωπαίος αυτός που αγνοώντας το ρόλο της ορθοδοξίας στην Ελλάδα και κατ’ επέκταση στην Ευρώπη κλείνεται στο καβούκι της μονοτονίας φοβούμενος μια πιθανή σύγκρουση με την ελλιπή πνευματικά δύση;
Πόσο έλληνας, ορθόδοξος, ευρωπαίος είναι αλήθεια καθένας από αυτούς που έχουν ελληνική ορθόδοξη ταυτότητα και κινδυνεύουν να πάρουν μια περισσότερο ευρωπαϊκή και λιγότερο ελληνική αστυνομική ταυτότητα;
  Κοζάνη Ιούνιος 2000

Πένας

Κυριακή 19 Ιουνίου 2011

Ο Θεός να βάλει το Χέρι Του!

Ιούνιος 2002
 Οι Έλληνες έχουμε την υπερηφάνεια να θεωρούμε τη δημοκρατία ως δημιούργημα του πολιτισμού μας. Και είναι αλήθεια ότι οι μεγάλες αξίες της δημοκρατίας είναι αποτέλεσμα της Αρχαίας και γιατί όχι και της νεότερης ελληνικής παράδοσης. Φαίνεται όμως, ότι οι νεοέλληνες δεν κατάφεραν να μετεξελίξουν τη δημοκρατία σε καθημερινή πρακτική. Έτσι, γενικά, οι νεοέλληνες, δεν αναπτύσσουν εύκολα διάλογο, δε δουλεύουν με μεράκι για το κοινό καλό, δεν συνεργάζονται με ανιδιοτέλεια και δεν εκμεταλλεύονται τελικά τις δημοκρατικές κατακτήσεις των νεότερων χρόνων.
Ευθύνες σίγουρα μπορούν να αναζητηθούν σε πολλούς χώρους και πρώτα στη σύγχρονη οικογένεια, η οποία έχοντας αποκλίνει από τις παραδοσιακές αξίες της ορθόδοξης κληρονομιάς, αφέθηκε έρμαιο ενός απάνθρωπου «εκσυγχρονισμένου» τρόπου κατανάλωσης, που οδηγεί τα παιδιά σε αδιέξοδα.
Έπειτα το σχολείο, που ενώ εξ’ ορισμού έχει ευθύνη να διδάσκει δημοκρατική πρακτική και ηθική, τονίζοντας τις αναλλοίωτες αξίες που εδραιώθηκαν με αιματηρούς αγώνες στον τόπο μας, στέκεται στη στενή λογική του μετρήσιμου αλλά μηχανιστικού αποτελέσματος μάθησης, που οδηγεί όχι σε ελεύθερες προσωπικότητες αλλά σε αποστηθίζοντες replayers.
Για την εκκλησία, τη σταθερή ελπίδα και το στήριγμα του έθνους, ας προσευχόμαστε οι υπεύθυνοι να τη βοηθούν να στέκεται στο ύψος των περιστάσεων και των καιρών και να παίζει στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό το μοναδικό της ρόλο.
Τέλος, η πολιτική, μπορεί να εκμεταλλευτεί τον εποπτικό και εκτελεστικό ρόλο και να φροντίσει να αντλήσει δημοκρατία από τον ίδιο το λαό, αντί να «επιβάλλει» υποκειμενικές δημοκρατικές πρακτικές. Θα πρέπει επίσης να ενεργοποιήσει το λαό δημιουργώντας υπεύθυνους – συμμέτοχους πολίτες, αναζητώντας και προωθώντας την περιφερειακή συμμετοχή και περιορίζοντας την κεντρική καθοδήγηση. Ως αποτέλεσμα, ο κάθε πολίτης να εκφράζει όλο και περισσότερο τον εαυτό του και όχι τις «πλάτες» που τον στηρίζουν στην επιδίωξη του σίγουρου και του «βολικού».
Η συναίσθηση της ευθύνης των φορέων μπορεί:
  • Να δώσει προοπτική στη νεολαία, αποσπώντας την από τη μάστιγα των ναρκωτικών κάθε είδους.
  • Να ενισχύσει ηθικά τους αλλοτριωμένους μεσήλικες, που από ανία και έλλειψη προσανατολισμών καταφεύγουν στα ψυχοφάρμακα.
·        Να δώσει περηφάνια στα «περήφανα γηρατειά» που δείχνουν να μην ικανοποιούνται από αυτό που αφήνουν πίσω τους.
Όμως στις μέρες μας υπάρχει ελπίδα, καθώς φαίνεται ότι οι γονείς όλο και περισσότερο αντιλαμβάνονται τη σπουδαιότητα του ρόλου τους, η εκπαιδευτική κοινότητα είναι πρόθυμη στο να απαντήσει στις ανάγκες των καιρών μας και η εκκλησία να δυναμώνει όλο και περισσότερο, μέσα από την όλο και μεγαλύτερη συνειδητοποίηση του πληρώματός της.
Τέλος, η πολιτική φαίνεται ότι αρχίζει να καταλαβαίνει πως πρέπει να αλλάξει πλεύση και προσανατολισμούς στις πρακτικές της και στις μεθόδους της, εστιασμένη περισσότερο στον άνθρωπο, στα παιδιά, στη νεολαία και στις ανάγκες τους.
Ας ελπίσουμε για το καλύτερο και ας ευχόμαστε:
Ο Θεός να βάλει το Χέρι Του!

Πέμπτη 16 Ιουνίου 2011

Ο Εκσυχρονισμένος Συντηρητισμός

Κοζάνη - Ιούλιος - 1997

Το άκουσμα της λέξης συντηρητισμός δημιουργεί στον καθέναν διαφορετικά συναισθήματα. Οι βολεμένοι δεξιοί το θεωρούν βρισιά που τους επιρρίπτουν οι πολιτικά αντίθετοι. Οι βολεμένοι αριστεροί, συνειδητοποιώντας το συνειδησιακό τους χάλι, με το ζόρι προσπαθούν να πιστέψουν ότι ο όρος δεν αφορά αυτούς. Άρα με την πολιτική υπάρχει μπέρδεμα και ξεφεύγοντας απ’ αυτόν το σκόπελο ανακαλύπτουμε ένα σύγχρονο μοντέλο συντηρητισμού, αυτό που αφορά ίσως τον καθέναν από μας, εκτός ίσως απ’ τα παιδιά μας.

‘Ήταν δύσκολο σε πολλούς να κατανοήσουν πώς μπόρεσε η επιτροπή των πανελλαδικών εξετάσεων να χρησιμοποιήσει τη φράση ενός μαθητή Δευτέρας Λυκείου στο θέμα της έκθεσης. Είναι δύσκολο για τους ίδιους να πιστέψουν πως παιδιά 17 χρονών μπορούν να δώσουν ερεθίσματα στην κοινωνία. Ο σύγχρονος συντηρητισμός έγκειται ακριβώς στη δυσκολία της γενιάς των μεγάλων να καταλάβουν πως οι αλλαγές σε μια κοινωνία προέρχονται από την ανησυχία των παιδιών.

Το πιο ελπιδοφόρο στην όλη κατάσταση θα ‘πρεπε να είναι πως τα παιδιά ακόμα ονειρεύονται, ή μάλλον τα παιδιά που κατάφεραν να περάσουν το κατώφλι της βουλής, μπορούν να ονειρεύονται. Και είναι ελπιδοφόρο γιατί δείχνει πως τα παιδιά αγνοώντας την προκλητικότητα των μεγάλων, όσον αφορά τον τρόπο ζωής, συνεχίζουν να ελπίζουν πως θα φτιάξουν ένα κόσμο καλύτερο. Φαίνεται πραγματικά δύσκολο στους μεγάλους πως μπόρεσε να βρει ένα νέο παιδί ψεγάδια σ’ ένα παζλ τόσο καλά στημένο όπως αυτό που στρώνουν οι μεγάλοι σαν χαλί κάτω απ’ τα πόδια των παιδιών τους. Ποια όμως είναι τα στοιχεία που συνθέτουν τον Εκσυγχρονισμένο Συντηρητισμό;

1. Το γκρέμισμα των οραμάτων των νεανικών χρόνων των μεγάλων. Αυτών των μεγάλων που μετά το γκρέμισμα της πύλης του πολυτεχνείου επιδόθηκαν σ’ έναν αγώνα διαχείρισης, και όχι φυσικά για το κοινό συμφέρον, του καπιταλιστικού συστήματος.

2. Η τακτική του να δίνουν οι μεγάλοι στις λέξεις το νόημα που αυτοί θέλουν αρκεί αυτό να εξυπηρετεί άλλα συμφέροντα. Έτσι οι πολιτικές επιχειρήσεις αποκαλούνται αθλητισμός, η ακαλαισθησία ρυμοτομία, τα κλουβιά πάρκα, η μόλυνση του περιβάλλοντος σωτηρία, η τεμπελιά εργασία.

3. Το κυνήγι της δεύτερης δουλειάς, αυτής που προσπαθεί να καλύψει τα κενά της λανθασμένης επιλογής επαγγέλματος - λόγω πίεσης ή βολέματος - και δημιουργεί συνθήκες ανεργίας σε άλλους αλλά και αποξένωσης στην ίδια την οικογένεια των πολλαπλώς απασχολούμενων.

4. Η πολιτική εκμετάλλευση (βόλεμα) της ανάγκης ευρέσεως εργασίας.

5. Η αδυναμία των γονέων να αποτελέσουν παράδειγμα για τα παιδιά τους, αφού ο αγώνας τους για την υπερπλήρωση των υλικών αγαθών αγνοεί και καταπνίγει πολλές φορές τις βαθύτερες ανάγκες των παιδιών τους ή ακόμα και αυτών των ίδιων.

6. Η ανευθυνότητα αυτών που θέλουν να λέγονται εκπαιδευτικοί, και ρίχνοντας τις ευθύνες στο οικογενειακό περιβάλλον, αγνοούν το καθήκον τους στο σχολείο, χωρίς βέβαια να ξεχνούν το καθήκον τους στο ιδιαίτερο φροντιστήριο.

7. Ο καιροσκοπισμός όλων αυτών που θέλουν μέσα σε μικρές ή και μεγάλες κοινωνίες να λέγονται επιστήμονες (γιατροί, δικηγόροι, μηχανικοί κ.λ.π.), στηριζόμενοι στην άγνοιά των πελατών τους, και επαναπαυόμενοι στις πενιχρές απ’ τις σπουδές γνώσεις τους, χρυσοπουλούν την ανευθυνότητά τους στο κυνήγι του κέρδους.

Έχει πολλά ακόμα κομμάτια το παζλ του ‘’σύγχρονου συντηρητισμού’’, αλλά ας μη μένουμε σ’ αυτά. Το πιο ελπιδοφόρο είναι ότι παρόλα αυτά οι νέοι σήμερα μπορούν και ονειρεύονται, και είναι ελπιδοφόρο γιατί στην αντίθετη περίπτωση αυτοί που σήμερα χτυπούν τις πόρτες της ανώτατης εκπαίδευσης δεν θα είναι τίποτα άλλο παρά υποψήφιοι εκσυγχρονιστές του συντηρητισμού.

Σήμερα, και σ’ αυτήν την κοινωνία υπάρχουν νέοι που μπορούν να ονειρεύονται. Μια σύγχρονη κοινωνία, απ’ την άλλη, θα ‘πρεπε να ζητά τη συμμετοχή των νέων όχι απλά δίνοντάς τους καρέκλες για να μιμούνται, αλλά επιτρέποντάς τους να εκφράσουν τον εσωτερικό τους ψυχισμό, και λαμβάνοντάς τον σοβαρά υπόψη της.

Ο τόπος μας έχει πολύ δρόμο ακόμα να διαβεί μέχρι να ξεπεραστούν τα εμπόδια του συντηρητισμού που είναι πολύ βαθιά ριζωμένος μέσα σε μια νοοτροπία απομονωτισμού και άκρατου τοπικισμού. Μια νοοτροπία που ενώ έχει το πλεονέκτημα ότι δεν εγκυμονεί ‘’κινδύνους’’, εντούτοις, στερεί από τα παιδιά του τη δυνατότητα να έρθουν σε επαφή με άλλους ανθρώπους και άλλες νοοτροπίες και να φτιάξουν τα δικά τους οράματα. Η ελπίδα όμως υπάρχει και μάλιστα ξεπηδά μέσα από τις δυσκολίες. Ο νέος της περιοχή μας στη βουλή των Ελλήνων μπορεί να αποτελέσει το παράδειγμα και για άλλα παιδιά του τόπου μας.-

ΠΕΝΑΣ