Powered By Blogger

Τετάρτη 15 Απριλίου 2020

ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ

Μια προσέγγιση για τη διδασκαλία παιχνιδιών, γνωστή ως Διδασκαλία Παιχνιδιών για Κατανόηση (ΔΠγΚ), τοποθετεί την κατανόηση ενός παιχνιδιού ως κεντρικό ενδιαφέρον πριν από την καλλιέργεια των δεξιοτήτων για το παίξιμο του παιχνιδιού. Οι Thorpe, Bunker and Almond (1986) διέδωσαν την προσέγγιση ΔΠΓΚ στο Ηνωμένο Βασίλειο στη δεκαετία του '80. Αυτή η προσέγγιση κερδίζει ευρύτερο ενδιαφέρον για τις Ηνωμένες Πολιτείες (Rink, French, & Werner, 1991; Werner, 1996) και αναπτύσσεται στον Καναδά (Hopper, 1998). Η προσέγγιση ΔΠΓΚ επιτρέπει στους μαθητές να αντιληφθούν μέσα από το παίξιμο  τροποποιημένων παιχνιδιών "τι να κάνουν" και μια ανάγκη να γνωρίζουν "πώς να το κάνουν" δημιουργείται ως προϋπόθεση για τη μάθηση μιας δεξιότητας.  Σ' αυτήν την προσέγγιση, αντί να παρουσιάζεται στους μαθητές το πώς να εκτελούν μια δεξιότητα της οποίας  ο δάσκαλος γνωρίζει τη σημασία στο παίξιμο της ενήλικης μορφής παιχνιδιών όπως η πετοσφαίριση και το ποδόσφαιρο, ο δάσκαλος εισάγει το μαθητή σε ένα τροποποιημένο παιχνίδι σχετικό με το ενήλικο παιχνίδι που εστιάζει σε μια δεξιότητα ή μια στρατηγική του παιχνιδιού που ο μαθητής χρειάζεται να αναπτύξει. Μέσω μιας σειράς καθοδηγημένων ερωτήσεων ανακάλυψης ο δάσκαλος καθιστά ικανό το παιδί να αντιληφθεί τη στρατηγική (τρόποι παιχνιδιού), την τακτική (πώς να υπερνινήσει έναν αντίπαλο) και την τεχνική (βιομηχανική της εκτέλεσης δεξιοτήτων) τα οποία αποτελούν πλευρές του παιξίματος ενός παιχνιδιού. Στην ουσία, κατά την προσέγγιση ΔΠΓΚ ο δάσκαλος διδάσκει το "γιατί" του παιξίματος ενός παιχνιδιού, πριν από την τεχνική "πώς" εκτελούνται οι δεξιότητες για το ενήλικο παιχνίδι. Αυτή η εστίαση στο παίξιμο από το παιδί προτού το παιδί διδαχθεί μια δεξιότητα επιτρέπει στο παιδί να κατανοήσει το τι είναι να μάθει από μια ανάγκη να ξέρει.  Ή, όπως ο Thorpe (1983) προειδοποιεί, "Εάν η τεχνική γίνεται πάρα πολύ κυρίαρχη και τα παιδιά σκέφτονται ότι ο δάσκαλος εκτιμάει αυτήν πάρα πολύ τότε σύντομα μπορεί να εμφανιστούν συναισθήματα αποτυχίας στους περισσότερους, εκτός από τους περισσότερο επιδέξιους"(p. 18).
Tim Hopper and Rick Bell. (2001). “Can We Play THAT Game Again?!” STRATEGIES 14(6), 23-27

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2011

Έλληνας, Χριστιανός Ορθόδοξος και Ευρωπαίος


Βιώνουμε μια περίοδο στην οποία καλούμαστε να ξεδιαλύνουμε, σε ατομικό επίπεδο, πολλά μέχρι τώρα, «αυτονόητα» και να ξεκαθαρίσουμε τη θέση μας απέναντι σε θεσμούς, αξίες, έννοιες, σύμβολα κ.ά., που είτε από βαρεμάρα ή από βολεμάρα, δεν μας απασχόλησαν ιδιαίτερα σοβαρά μέχρι τώρα. Καλούμαστε για παράδειγμα να δούμε αν και σε ποιο βαθμό, είμαστε ορθόδοξοι χριστιανοί και έλληνες, ευρωπαίοι και έλληνες; ή και τα τρία μαζί; Ταυτόχρονα, αν μέχρι τώρα δεν το κάναμε, καλούμαστε να βρούμε αν τα αναγραφόμενα, όσον αφορά το θρήσκευμα,  στην αστυνομική μας ταυτότητα, συμφωνούν με την πραγματική ταυτότητα. Κατά πόσο λοιπόν είμαστε έλληνες, κατά πόσο χριστιανοί ορθόδοξοι, κατά πόσο ευρωπαίοι και κατά πόσο όλα αυτά μαζί. Είναι δύσκολο φυσικά να μπορέσει κανείς να αναλύσει τον έλληνα, τον ορθόδοξο και τον ευρωπαίο σε ένα μικρό άρθρο, εντούτοις με ένα τρόπο μάλλον ερωτηματικό μπορούμε να εξετάσουμε αν και κατά πόσο οι τρεις αυτοί όροι ταιριάζουν στον καθένα από εμάς.
Έχουμε δυστυχώς μάθει να κρίνουμε την ελληνικότητα, τη φιλοπατρία, την παλικαριά  μόνο μέσα από την ανάκληση της ιστορίας, που σε ότι αφορά την Ελλάδα είναι γεμάτη από ηρωικές στιγμές. Για τις εποχές που ζούμε όμως ίσως θα έπρεπε να ορίσουμε και το νόημα της ελληνικότητας κάποιου σε καιρό ειρήνης. Τότε ίσως θα μπορούμε να αναρωτηθούμε, πόσο είναι έλληνας αυτός που έχει τη δουλειά του για προσωπική του μόνο ωφέλεια, αγνοώντας την πραγματική σημασία της στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο – στην προκειμένη περίπτωση την Ελλάδα, ως δημόσιος ή ιδιωτικός υπάλληλος, ως επαγγελματίας, ως δάσκαλος, ως γιατρός, ως δικηγόρος, ως πολιτικός κοκ.; Πόσο είναι ορθόδοξος χριστιανός αυτός που επισκέπτεται την εκκλησία μόνο από ανάγκη (κοινωνικές εκδηλώσεις, μυστήρια κλπ.) και αυτό για να αποκομίσει μόνο κοσμικά οφέλη και όχι πνευματική δωρεά; Πόσο είναι ευρωπαίος αυτός που καπηλεύεται ευρωπαϊκά κονδύλια για ίδιον όφελος;
Τώρα ας εξετάζουμε τους συνδυασμούς:
Είναι έλληνας ορθόδοξος αυτός που αγνοεί ότι η σταθερή δύναμη που κράτησε όρθιο το έθνος ήταν η ορθοδοξία; Είναι έλληνας ορθόδοξος αυτός που αγνοεί την προσφορά της ορθοδοξίας στην Ευρώπη;
Είναι έλληνας ευρωπαίος αυτός που δέχεται μονάχα την οικονομική Ευρώπη, σαν σανίδα σωτηρίας στην όχι και τόσο υπερήφανη ‘’νεοελληνική του πρακτική;’’ Είναι έλληνας ευρωπαίος (επιστήμονας, πολιτικός, επιχειρηματίας κλπ.) αυτός που αρπάζει κάθε ευκαιρία αισχοκέρδιας (ευρωπαϊκά κονδύλια, δάνεια, επενδύσεις) σε βάρος της Ευρώπης και υπέρ της μίζερής του νεοελληνικής υποκουλτούρας; Είναι έλληνας ευρωπαίος αυτός που κάθε φορά που όταν βλέπει  τη διείσδυση των τεχνολογιών της Ευρώπης στην Ελλάδα προσπαθεί με νύχια και με δόντια να κρατήσει την καρέκλα του (με χίλια δυο πολιτικά τερτίπια) και να μη φανεί η πραγματική του αδυναμία μπροστά στους τόσους νεολαίους, που στο όνομα της προόδου, τη δικαιούνται;
Είναι ορθόδοξος ευρωπαίος αυτός που αγνοώντας το ρόλο της ορθοδοξίας στην Ελλάδα και κατ’ επέκταση στην Ευρώπη κλείνεται στο καβούκι της μονοτονίας φοβούμενος μια πιθανή σύγκρουση με την ελλιπή πνευματικά δύση;
Πόσο έλληνας, ορθόδοξος, ευρωπαίος είναι αλήθεια καθένας από αυτούς που έχουν ελληνική ορθόδοξη ταυτότητα και κινδυνεύουν να πάρουν μια περισσότερο ευρωπαϊκή και λιγότερο ελληνική αστυνομική ταυτότητα;
  Κοζάνη Ιούνιος 2000

Πένας

Κυριακή 19 Ιουνίου 2011

Ο Θεός να βάλει το Χέρι Του!

Ιούνιος 2002
 Οι Έλληνες έχουμε την υπερηφάνεια να θεωρούμε τη δημοκρατία ως δημιούργημα του πολιτισμού μας. Και είναι αλήθεια ότι οι μεγάλες αξίες της δημοκρατίας είναι αποτέλεσμα της Αρχαίας και γιατί όχι και της νεότερης ελληνικής παράδοσης. Φαίνεται όμως, ότι οι νεοέλληνες δεν κατάφεραν να μετεξελίξουν τη δημοκρατία σε καθημερινή πρακτική. Έτσι, γενικά, οι νεοέλληνες, δεν αναπτύσσουν εύκολα διάλογο, δε δουλεύουν με μεράκι για το κοινό καλό, δεν συνεργάζονται με ανιδιοτέλεια και δεν εκμεταλλεύονται τελικά τις δημοκρατικές κατακτήσεις των νεότερων χρόνων.
Ευθύνες σίγουρα μπορούν να αναζητηθούν σε πολλούς χώρους και πρώτα στη σύγχρονη οικογένεια, η οποία έχοντας αποκλίνει από τις παραδοσιακές αξίες της ορθόδοξης κληρονομιάς, αφέθηκε έρμαιο ενός απάνθρωπου «εκσυγχρονισμένου» τρόπου κατανάλωσης, που οδηγεί τα παιδιά σε αδιέξοδα.
Έπειτα το σχολείο, που ενώ εξ’ ορισμού έχει ευθύνη να διδάσκει δημοκρατική πρακτική και ηθική, τονίζοντας τις αναλλοίωτες αξίες που εδραιώθηκαν με αιματηρούς αγώνες στον τόπο μας, στέκεται στη στενή λογική του μετρήσιμου αλλά μηχανιστικού αποτελέσματος μάθησης, που οδηγεί όχι σε ελεύθερες προσωπικότητες αλλά σε αποστηθίζοντες replayers.
Για την εκκλησία, τη σταθερή ελπίδα και το στήριγμα του έθνους, ας προσευχόμαστε οι υπεύθυνοι να τη βοηθούν να στέκεται στο ύψος των περιστάσεων και των καιρών και να παίζει στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό το μοναδικό της ρόλο.
Τέλος, η πολιτική, μπορεί να εκμεταλλευτεί τον εποπτικό και εκτελεστικό ρόλο και να φροντίσει να αντλήσει δημοκρατία από τον ίδιο το λαό, αντί να «επιβάλλει» υποκειμενικές δημοκρατικές πρακτικές. Θα πρέπει επίσης να ενεργοποιήσει το λαό δημιουργώντας υπεύθυνους – συμμέτοχους πολίτες, αναζητώντας και προωθώντας την περιφερειακή συμμετοχή και περιορίζοντας την κεντρική καθοδήγηση. Ως αποτέλεσμα, ο κάθε πολίτης να εκφράζει όλο και περισσότερο τον εαυτό του και όχι τις «πλάτες» που τον στηρίζουν στην επιδίωξη του σίγουρου και του «βολικού».
Η συναίσθηση της ευθύνης των φορέων μπορεί:
  • Να δώσει προοπτική στη νεολαία, αποσπώντας την από τη μάστιγα των ναρκωτικών κάθε είδους.
  • Να ενισχύσει ηθικά τους αλλοτριωμένους μεσήλικες, που από ανία και έλλειψη προσανατολισμών καταφεύγουν στα ψυχοφάρμακα.
·        Να δώσει περηφάνια στα «περήφανα γηρατειά» που δείχνουν να μην ικανοποιούνται από αυτό που αφήνουν πίσω τους.
Όμως στις μέρες μας υπάρχει ελπίδα, καθώς φαίνεται ότι οι γονείς όλο και περισσότερο αντιλαμβάνονται τη σπουδαιότητα του ρόλου τους, η εκπαιδευτική κοινότητα είναι πρόθυμη στο να απαντήσει στις ανάγκες των καιρών μας και η εκκλησία να δυναμώνει όλο και περισσότερο, μέσα από την όλο και μεγαλύτερη συνειδητοποίηση του πληρώματός της.
Τέλος, η πολιτική φαίνεται ότι αρχίζει να καταλαβαίνει πως πρέπει να αλλάξει πλεύση και προσανατολισμούς στις πρακτικές της και στις μεθόδους της, εστιασμένη περισσότερο στον άνθρωπο, στα παιδιά, στη νεολαία και στις ανάγκες τους.
Ας ελπίσουμε για το καλύτερο και ας ευχόμαστε:
Ο Θεός να βάλει το Χέρι Του!

Πέμπτη 16 Ιουνίου 2011

Ο Εκσυχρονισμένος Συντηρητισμός

Κοζάνη - Ιούλιος - 1997

Το άκουσμα της λέξης συντηρητισμός δημιουργεί στον καθέναν διαφορετικά συναισθήματα. Οι βολεμένοι δεξιοί το θεωρούν βρισιά που τους επιρρίπτουν οι πολιτικά αντίθετοι. Οι βολεμένοι αριστεροί, συνειδητοποιώντας το συνειδησιακό τους χάλι, με το ζόρι προσπαθούν να πιστέψουν ότι ο όρος δεν αφορά αυτούς. Άρα με την πολιτική υπάρχει μπέρδεμα και ξεφεύγοντας απ’ αυτόν το σκόπελο ανακαλύπτουμε ένα σύγχρονο μοντέλο συντηρητισμού, αυτό που αφορά ίσως τον καθέναν από μας, εκτός ίσως απ’ τα παιδιά μας.

‘Ήταν δύσκολο σε πολλούς να κατανοήσουν πώς μπόρεσε η επιτροπή των πανελλαδικών εξετάσεων να χρησιμοποιήσει τη φράση ενός μαθητή Δευτέρας Λυκείου στο θέμα της έκθεσης. Είναι δύσκολο για τους ίδιους να πιστέψουν πως παιδιά 17 χρονών μπορούν να δώσουν ερεθίσματα στην κοινωνία. Ο σύγχρονος συντηρητισμός έγκειται ακριβώς στη δυσκολία της γενιάς των μεγάλων να καταλάβουν πως οι αλλαγές σε μια κοινωνία προέρχονται από την ανησυχία των παιδιών.

Το πιο ελπιδοφόρο στην όλη κατάσταση θα ‘πρεπε να είναι πως τα παιδιά ακόμα ονειρεύονται, ή μάλλον τα παιδιά που κατάφεραν να περάσουν το κατώφλι της βουλής, μπορούν να ονειρεύονται. Και είναι ελπιδοφόρο γιατί δείχνει πως τα παιδιά αγνοώντας την προκλητικότητα των μεγάλων, όσον αφορά τον τρόπο ζωής, συνεχίζουν να ελπίζουν πως θα φτιάξουν ένα κόσμο καλύτερο. Φαίνεται πραγματικά δύσκολο στους μεγάλους πως μπόρεσε να βρει ένα νέο παιδί ψεγάδια σ’ ένα παζλ τόσο καλά στημένο όπως αυτό που στρώνουν οι μεγάλοι σαν χαλί κάτω απ’ τα πόδια των παιδιών τους. Ποια όμως είναι τα στοιχεία που συνθέτουν τον Εκσυγχρονισμένο Συντηρητισμό;

1. Το γκρέμισμα των οραμάτων των νεανικών χρόνων των μεγάλων. Αυτών των μεγάλων που μετά το γκρέμισμα της πύλης του πολυτεχνείου επιδόθηκαν σ’ έναν αγώνα διαχείρισης, και όχι φυσικά για το κοινό συμφέρον, του καπιταλιστικού συστήματος.

2. Η τακτική του να δίνουν οι μεγάλοι στις λέξεις το νόημα που αυτοί θέλουν αρκεί αυτό να εξυπηρετεί άλλα συμφέροντα. Έτσι οι πολιτικές επιχειρήσεις αποκαλούνται αθλητισμός, η ακαλαισθησία ρυμοτομία, τα κλουβιά πάρκα, η μόλυνση του περιβάλλοντος σωτηρία, η τεμπελιά εργασία.

3. Το κυνήγι της δεύτερης δουλειάς, αυτής που προσπαθεί να καλύψει τα κενά της λανθασμένης επιλογής επαγγέλματος - λόγω πίεσης ή βολέματος - και δημιουργεί συνθήκες ανεργίας σε άλλους αλλά και αποξένωσης στην ίδια την οικογένεια των πολλαπλώς απασχολούμενων.

4. Η πολιτική εκμετάλλευση (βόλεμα) της ανάγκης ευρέσεως εργασίας.

5. Η αδυναμία των γονέων να αποτελέσουν παράδειγμα για τα παιδιά τους, αφού ο αγώνας τους για την υπερπλήρωση των υλικών αγαθών αγνοεί και καταπνίγει πολλές φορές τις βαθύτερες ανάγκες των παιδιών τους ή ακόμα και αυτών των ίδιων.

6. Η ανευθυνότητα αυτών που θέλουν να λέγονται εκπαιδευτικοί, και ρίχνοντας τις ευθύνες στο οικογενειακό περιβάλλον, αγνοούν το καθήκον τους στο σχολείο, χωρίς βέβαια να ξεχνούν το καθήκον τους στο ιδιαίτερο φροντιστήριο.

7. Ο καιροσκοπισμός όλων αυτών που θέλουν μέσα σε μικρές ή και μεγάλες κοινωνίες να λέγονται επιστήμονες (γιατροί, δικηγόροι, μηχανικοί κ.λ.π.), στηριζόμενοι στην άγνοιά των πελατών τους, και επαναπαυόμενοι στις πενιχρές απ’ τις σπουδές γνώσεις τους, χρυσοπουλούν την ανευθυνότητά τους στο κυνήγι του κέρδους.

Έχει πολλά ακόμα κομμάτια το παζλ του ‘’σύγχρονου συντηρητισμού’’, αλλά ας μη μένουμε σ’ αυτά. Το πιο ελπιδοφόρο είναι ότι παρόλα αυτά οι νέοι σήμερα μπορούν και ονειρεύονται, και είναι ελπιδοφόρο γιατί στην αντίθετη περίπτωση αυτοί που σήμερα χτυπούν τις πόρτες της ανώτατης εκπαίδευσης δεν θα είναι τίποτα άλλο παρά υποψήφιοι εκσυγχρονιστές του συντηρητισμού.

Σήμερα, και σ’ αυτήν την κοινωνία υπάρχουν νέοι που μπορούν να ονειρεύονται. Μια σύγχρονη κοινωνία, απ’ την άλλη, θα ‘πρεπε να ζητά τη συμμετοχή των νέων όχι απλά δίνοντάς τους καρέκλες για να μιμούνται, αλλά επιτρέποντάς τους να εκφράσουν τον εσωτερικό τους ψυχισμό, και λαμβάνοντάς τον σοβαρά υπόψη της.

Ο τόπος μας έχει πολύ δρόμο ακόμα να διαβεί μέχρι να ξεπεραστούν τα εμπόδια του συντηρητισμού που είναι πολύ βαθιά ριζωμένος μέσα σε μια νοοτροπία απομονωτισμού και άκρατου τοπικισμού. Μια νοοτροπία που ενώ έχει το πλεονέκτημα ότι δεν εγκυμονεί ‘’κινδύνους’’, εντούτοις, στερεί από τα παιδιά του τη δυνατότητα να έρθουν σε επαφή με άλλους ανθρώπους και άλλες νοοτροπίες και να φτιάξουν τα δικά τους οράματα. Η ελπίδα όμως υπάρχει και μάλιστα ξεπηδά μέσα από τις δυσκολίες. Ο νέος της περιοχή μας στη βουλή των Ελλήνων μπορεί να αποτελέσει το παράδειγμα και για άλλα παιδιά του τόπου μας.-

ΠΕΝΑΣ

Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2007

Το Νόημα του Αγώνα στην Καθημερινή Ζωή

Ήταν μέσα στο 1982, όταν ο έφηβος μαθητής έπρεπε να διαπραγματευτεί στο μάθημα της έκθεσης το θέμα που έχει και ο τίτλος του παρόντος κειμένου. Η ανησυχία του τότε στο μάθημα της έκθεσης ήταν αν θα ‘γραφε αυτά που πίστευε ή αυτά που ήθελε να διαβάσει ο καθηγητής του. Γιατί δυστυχώς το σχολείο μέχρι τότε δεν τον είχε πείσει ότι η καλύτερη έκφραση είναι αυτή που καθρεφτίζει τις πραγματικές σου ανάγκες και ενδιαφέροντα. Ήταν όμως τέτοιο το θέμα που δεν μπορούσε να γράψει αερολογίες για να πάρει βαθμό. Κι αποφάσισε: θα ‘γραφε ότι πίστευε. Ο μαθητής που δεν είχε ξανά αντιμετωπίσει ένα τέτοιο θέμα έκθεσης, κατάλαβε πως η δική του εμπειρία ήταν πολύ μικρή, αφού ο κύκλος των δραστηριοτήτων του μέχρι τότε δεν ξεπερνούσε τα όρια του σχολείου και του άμεσου οικογενειακού του περιβάλλοντος. Γι’ αυτό χρησιμοποίησε την εκφρασμένη από το περιβάλλον του εμπειρία για τα δύσκολα χρόνια που μεγάλωσαν οι γονείς του, και τον αγώνα που έκαναν απέναντι σε φτώχεια, ορφάνια, αδικία, εκμετάλλευση με όπλο τους την ηθική και τη βοήθεια του Θεού.
Έγραψε τότε για το φτωχό μαθητή που με στερήσεις κοπίαζε στον αγώνα της γνώσης και της αρετής για να φύγει με τα φτερά των σπουδών από την ανέχεια και την κακοτυχία. Έγραψε για τον δουλευτή πατέρα που προτάσσοντας την γονεϊκό του καθήκον αντιμετώπιζε ξενιτιά, στερήσεις, για χάρη της οικογενειακής αξιοπρέπειας και της ευτυχίας των παιδιών του. Έγραψε για την καρτερική μάνα που βάζοντας πάνω από τον εαυτό της το καθήκον της μητρότητας που της εμπιστεύτηκε ο Θεός πάλευε με τις δυσκολίες που της επέβαλε ο ρόλος της και οι μικρότητες της κοινωνίας που την ήθελαν, ως γυναίκα στο επίκεντρο, της κακής κριτικής και αναίδειας. Ίσως επειδή ήταν καλογραμμένη, ίσως γιατί άγγιξε την προσωπική ιστορία του καθηγητή, η έκθεση αξιολογήθηκε με υψηλό βαθμό.
Πέρασαν από τότε δεκαπέντε χρόνια και ο μαθητής εκείνος αναρωτιέται ποιο είναι το νόημα του αγώνα στην καθημερινή ζωή στις μέρες μας; Τώρα ο μαθητής δεν χρειάζεται να ψάξει για υλικό από την ιστορία των προγόνων του. Μεγάλωσε και γράφει αυτός τη δική του ιστορία. Έκανε οικογένεια και πρέπει να τη συντηρήσει. Έχει παιδιά και πρέπει να τα νουθετήσει. Κι αναζητά τα μέσα για την επίτευξη αυτών των καθηκόντων. Να συντηρήσει, να νουθετήσει!


Πως συμβιβάζονται αλήθεια δύο τόσο διαφορετικοί όροι μέσα στον ίδιο ρόλο, στη σημερινή κοινωνία; Να συντηρήσει σημαίνει υλικές ανάγκες ενώ να νουθετήσει σημαίνει καλλιέργεια του ψυχικού κόσμου. Μπορεί να τα κάνει και τα δύο ο μαθητής - πατέρας στη σημερινή κοινωνία;
Η απάντηση που δίνει ο ίδιος στο ερώτημά του είναι ναι, μπορεί! Και αυτό είναι το νόημα του αγώνα, που κάνει, στην καθημερινή ζωή. Ο αγώνας του είναι να εκπληρώσει την ανάγκη για τα απαραίτητα υλικά αγαθά διαφυλάσσοντας ακέραιο τον ψυχικό του κόσμο έτσι ώστε να μπορεί να δώσει όραμα και να νουθετήσει τα παιδιά του. Είναι δύσκολος αυτός ο αγώνας σήμερα γιατί φέρνει αντιμέτωπες τις πολυποίκιλες, και ίσως πλασματικές, ανάγκες που επιβάλλει η κοινωνία με την ‘’γραφική’’ όπως κατέληξε ανάγκη της ψυχικής μας καλλιέργειας. Είναι δύσκολος ο αγώνας, όπως ήταν πάντοτε. Το δυσκολότερο είναι όμως σήμερα να αναγνωρίσεις ποιος είναι ο αγώνας, γιατί χωρίς να το καταλάβεις έχεις πουλήσει τη συνείδησή σου, δηλαδή την κληρονομιά σου, στο κυνήγι του βολέματος, στην αναζήτηση του εύκολου και του υπερβολικού. Το νόημα του αγώνα την καθημερινή ζωή σήμερα είναι αν μπορούμε να διατηρούμε την αξιοπρέπειά μας στον αγώνα για την εξασφάλιση των απαραίτητων αγαθών. Για να βοηθηθούμε σ’ αυτό πρέπει να βρούμε ποια είναι τα απαραίτητα, όπως και το πόσα είναι αρκετά για να ζούμε.
Μήπως το κυνήγι του ‘’όλο και περισσότερα’’ δεν βοηθάει και πολύ; Μήπως έτσι δεν μπορούμε να νουθετήσουμε τα παιδιά μας γιατί τους εγκλωβίζουμε σ’ ένα αδιέξοδο; Αλήθεια πόσο βοηθάει τα παιδιά μας μια τέτοια προοπτική; Ο μαθητής - πατέρας και σήμερα, μετά από δεκαπέντε χρόνια, ισχυρίζεται ότι έχει νόημα ο αγώνας στην καθημερινή ζωή. Αποτελεί ταυτόχρονα, και μια ισχυρή πρόκληση, επειδή ακριβώς είναι δύσκολος.-

Koζάνη 1996

Πέτρος Α. Νάτσης

Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2007

ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Κοζάνη 4-3-1994
Ο αθλητισμός αποτελούσε πάντα μια κορυφαία εκδήλωση μέσα στο σύνολο των δραστηριοτήτων του ανθρώπου. Μαζί με τις τέχνες, συνιστά την έκφραση του πολιτισμού-κουλτούρας μιας κοινωνίας. Η κοινωνία από την άλλη, εκφράζεται κατά πλειοψηφία μέσω των εκλεγμένων αντιπροσώπων του λαού, την πολιτική ηγεσία.
‘’Οι κυβερνήσεις πέφτουνε, μα η αγάπη μένει’’ λέει κάποιο λαϊκό τραγούδι και σίγουρα κρύβει μια βαθιά αλήθεια: ότι ο έρωτας καθώς πηγάζει μέσα από την ίδια την ανθρώπινη φύση, εξακολουθεί να μένει ανεπηρέαστος από τις μεταβολές του πολιτικούθ γίγνεσθαι μιας κοινωνίας.
Θα ήταν πολύ ενθαρρυντικό αν οι πολιτικές μεταβολές, άφηναν ανεπηρέαστους και άλλους τομείς της κοινωνικής ζωής, όπως την παιδεία και τον αθλητισμό - στο κείμενο θεωρούμε τις δύο έννοιες παιδεία και αθλητισμό πολύ σχετικές μεταξύ τους.
Το ζητούμενο είναι να δούμε κατά πόσο η παιδεία και ο αθλητισμός αποτελούν φύση του ανθρώπου, οπότε θα ανακαλύψουμε την ανάγκη αποδέσμευσης αυτών των εννοιών από τις ποικίλες και συχνά αντικρουόμενες εκφράσεις της πολιτικής ζωής.
Ο αθλητισμός είναι φύση του ανθρώπου, αφού περικλείει όλα εκείνα τα στοιχεία της ανθρώπινης φύσης στο σύνολό της, όπως βούληση, σκέψη, κίνηση, εκτέλεση, πραγματοποίηση, επίτευξη σκοπού και σε ανώτερο επίπεδο συναγωνισμό. Αθλητισμός και παιδεία πάνε μαζί, αφού μια σωστή παιδεία, καλλιεργεί όλα τα στοιχεία που συν-αποτελούν την έννοια του αθλητισμού.
Ποιος αλήθεια θα μπορούσε να αμφισβητήσει την αρχαία Ελληνική Παιδεία όπου το αθλητικό - Ολυμπιακό πνεύμα ολοκληρωνόταν μέσα από το ‘’νους υγιής εν σώματι υγιή’’, το ‘’ευ αγωνίζεσθαι’’ και το καθολικό ‘’παν μέτρον άριστον’’!
Ως έλληνες πολίτες κουβαλάμε μια ανεκτίμητη αθλητική κληρονομιά, που δεν αφορά απλά σε επι μέρους αθλητικά επιτεύγματα αλλά στην ουσία της φύσης του αθλητισμού.
Ο αθλητισμός ως ιδέα αναπτύχθηκε και μεγαλούργησε στην Αρχαία Ελλάδα και μια πνευματική κληρονομιά δεν αλλάζει ποτέ κληρονόμους.
Είναι κρίμα όμως αυτή η τεράστια κληρονομιά να μην αξιοποιείται προς όφελος του λαού και ειδικότερα της νεολαίας, αλλά να γίνεται ο αθλητισμός αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης.
Ο αθλητισμός δεν χρειάζεται την πολιτική παρέμβαση. Αντίθετα η πολιτική έχει πολλά να διδαχθεί από το ήθος και το πνεύμα που προτείνει ο αθλητισμός στην υγιή του μορφή. Αν θέλει η πολιτική να κάνει κάτι για τον αθλητισμό, αυτό είναι να μην ενστερνιστεί τα αδιέξοδα σύγχρονα μοντέλα εμπορευματοποίησης του αθλητικού ιδεώδους και να ρίξει βαρύτητα στην αθλητική παιδεία.
Επιτέλους ας μην είμαστε ανακόλουθοι των προγόνων μας.

Κοζάνη 4 - 3 - 1994
Πέτρος Α. Νάτσης
Καθηγητής Φυσικής Αγωγής

Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2007

Ο ΚΥΡΙΟΣ ΗΣΥΧΟΣ

Κάποιος είπε γι’ αυτόν ότι κάνει τη διαφορά. Το ερώτημα είναι προς τα πού; Προς τα πάνω ή προς τα κάτω; Αλλά τι σημαίνει πάνω και κάτω; Ποιο είναι το σωστό και ποιο το λάθος; Το ζητούμενο είναι η κοινωνική προσαρμογή, ή κοινωνική καταξίωση ή υπέρβαση απ’ αυτήν;
Ο κύριος ήσυχος κουβαλά μέσα του την αμφιβολία. Δεν είναι εύκολο να τον καταλάβεις. Αυτό δε σημαίνει κάποια αδυναμία. Αν δεν «πιάνεις» τον κύριο ήσυχο είναι μάλλον γιατί αυτός πετά, ενώ εσύ είσαι γήινος. Αυτός πετά μόνος του, έντομο ή πουλί δεν έχει σημασία. Απλά το πουλί διανύει μεγαλύτερες αποστάσεις, και το έντομο εύκολα το σκοτώνεις. Ο συμπαθητικός άνθρωπος της διπλανής πόρτας, που δεν κατάφερε ποτέ να προσεγγίσει τη λύση στο ποιος προϋπήρχε, η κότα ή το αβγό, κουβαλά πάνω του ένα ζεστό χαμόγελο ή μια βαθιά μελαγχολία. Κοινωνική καταξίωση ή κοινωνική ανασφάλεια αποτελούν τα στάνταρντς και το δίπολο μέσα σ’ ένα ψυχόδραμα. Μοναξιά κι ελευθερία. Φυγή κι απομόνωση. Μέσα στα λίγα κρύβονται τα πολλά, γι’ αυτό έχει νόημα «η μιας ώρας ελεύθερη ζωή». «Μακάριοι οι πτωχοί το πνεύματι» γιατί «έν οίδα ότι ουδέν οίδα». Απλά, λίγοι τα αναμετρώνται με την αλήθεια.
Ο άνθρωπος γεννιέται ή γίνεται; Που βρίσκεται η πηγή της αγάπης; Ποιος είναι ο Δημιουργός και ποιο το κτίσμα; Τι είναι Άγιος και τι αμαρτωλός; Πόσο είναι κοντά η κατανόηση στην επιείκεια; Μήπως ακόμα και το μίσος καταλήγει τελικά στην αγάπη;
Ο κύριος ήσυχος μοιάζει με τον άνθρωπο της βροχής. Έναν συμπαθητικό κυριούλη. Κάτι ανάμεσα σε τρελό και παιδί. Που αν ανοίξει το στόμα του και μιλήσει, μπορεί κάποιος να αναρωτηθεί: Τι λέει ρε ο μπαγάσας;

Πένας