Powered By Blogger

Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2007

Το Νόημα του Αγώνα στην Καθημερινή Ζωή

Ήταν μέσα στο 1982, όταν ο έφηβος μαθητής έπρεπε να διαπραγματευτεί στο μάθημα της έκθεσης το θέμα που έχει και ο τίτλος του παρόντος κειμένου. Η ανησυχία του τότε στο μάθημα της έκθεσης ήταν αν θα ‘γραφε αυτά που πίστευε ή αυτά που ήθελε να διαβάσει ο καθηγητής του. Γιατί δυστυχώς το σχολείο μέχρι τότε δεν τον είχε πείσει ότι η καλύτερη έκφραση είναι αυτή που καθρεφτίζει τις πραγματικές σου ανάγκες και ενδιαφέροντα. Ήταν όμως τέτοιο το θέμα που δεν μπορούσε να γράψει αερολογίες για να πάρει βαθμό. Κι αποφάσισε: θα ‘γραφε ότι πίστευε. Ο μαθητής που δεν είχε ξανά αντιμετωπίσει ένα τέτοιο θέμα έκθεσης, κατάλαβε πως η δική του εμπειρία ήταν πολύ μικρή, αφού ο κύκλος των δραστηριοτήτων του μέχρι τότε δεν ξεπερνούσε τα όρια του σχολείου και του άμεσου οικογενειακού του περιβάλλοντος. Γι’ αυτό χρησιμοποίησε την εκφρασμένη από το περιβάλλον του εμπειρία για τα δύσκολα χρόνια που μεγάλωσαν οι γονείς του, και τον αγώνα που έκαναν απέναντι σε φτώχεια, ορφάνια, αδικία, εκμετάλλευση με όπλο τους την ηθική και τη βοήθεια του Θεού.
Έγραψε τότε για το φτωχό μαθητή που με στερήσεις κοπίαζε στον αγώνα της γνώσης και της αρετής για να φύγει με τα φτερά των σπουδών από την ανέχεια και την κακοτυχία. Έγραψε για τον δουλευτή πατέρα που προτάσσοντας την γονεϊκό του καθήκον αντιμετώπιζε ξενιτιά, στερήσεις, για χάρη της οικογενειακής αξιοπρέπειας και της ευτυχίας των παιδιών του. Έγραψε για την καρτερική μάνα που βάζοντας πάνω από τον εαυτό της το καθήκον της μητρότητας που της εμπιστεύτηκε ο Θεός πάλευε με τις δυσκολίες που της επέβαλε ο ρόλος της και οι μικρότητες της κοινωνίας που την ήθελαν, ως γυναίκα στο επίκεντρο, της κακής κριτικής και αναίδειας. Ίσως επειδή ήταν καλογραμμένη, ίσως γιατί άγγιξε την προσωπική ιστορία του καθηγητή, η έκθεση αξιολογήθηκε με υψηλό βαθμό.
Πέρασαν από τότε δεκαπέντε χρόνια και ο μαθητής εκείνος αναρωτιέται ποιο είναι το νόημα του αγώνα στην καθημερινή ζωή στις μέρες μας; Τώρα ο μαθητής δεν χρειάζεται να ψάξει για υλικό από την ιστορία των προγόνων του. Μεγάλωσε και γράφει αυτός τη δική του ιστορία. Έκανε οικογένεια και πρέπει να τη συντηρήσει. Έχει παιδιά και πρέπει να τα νουθετήσει. Κι αναζητά τα μέσα για την επίτευξη αυτών των καθηκόντων. Να συντηρήσει, να νουθετήσει!


Πως συμβιβάζονται αλήθεια δύο τόσο διαφορετικοί όροι μέσα στον ίδιο ρόλο, στη σημερινή κοινωνία; Να συντηρήσει σημαίνει υλικές ανάγκες ενώ να νουθετήσει σημαίνει καλλιέργεια του ψυχικού κόσμου. Μπορεί να τα κάνει και τα δύο ο μαθητής - πατέρας στη σημερινή κοινωνία;
Η απάντηση που δίνει ο ίδιος στο ερώτημά του είναι ναι, μπορεί! Και αυτό είναι το νόημα του αγώνα, που κάνει, στην καθημερινή ζωή. Ο αγώνας του είναι να εκπληρώσει την ανάγκη για τα απαραίτητα υλικά αγαθά διαφυλάσσοντας ακέραιο τον ψυχικό του κόσμο έτσι ώστε να μπορεί να δώσει όραμα και να νουθετήσει τα παιδιά του. Είναι δύσκολος αυτός ο αγώνας σήμερα γιατί φέρνει αντιμέτωπες τις πολυποίκιλες, και ίσως πλασματικές, ανάγκες που επιβάλλει η κοινωνία με την ‘’γραφική’’ όπως κατέληξε ανάγκη της ψυχικής μας καλλιέργειας. Είναι δύσκολος ο αγώνας, όπως ήταν πάντοτε. Το δυσκολότερο είναι όμως σήμερα να αναγνωρίσεις ποιος είναι ο αγώνας, γιατί χωρίς να το καταλάβεις έχεις πουλήσει τη συνείδησή σου, δηλαδή την κληρονομιά σου, στο κυνήγι του βολέματος, στην αναζήτηση του εύκολου και του υπερβολικού. Το νόημα του αγώνα την καθημερινή ζωή σήμερα είναι αν μπορούμε να διατηρούμε την αξιοπρέπειά μας στον αγώνα για την εξασφάλιση των απαραίτητων αγαθών. Για να βοηθηθούμε σ’ αυτό πρέπει να βρούμε ποια είναι τα απαραίτητα, όπως και το πόσα είναι αρκετά για να ζούμε.
Μήπως το κυνήγι του ‘’όλο και περισσότερα’’ δεν βοηθάει και πολύ; Μήπως έτσι δεν μπορούμε να νουθετήσουμε τα παιδιά μας γιατί τους εγκλωβίζουμε σ’ ένα αδιέξοδο; Αλήθεια πόσο βοηθάει τα παιδιά μας μια τέτοια προοπτική; Ο μαθητής - πατέρας και σήμερα, μετά από δεκαπέντε χρόνια, ισχυρίζεται ότι έχει νόημα ο αγώνας στην καθημερινή ζωή. Αποτελεί ταυτόχρονα, και μια ισχυρή πρόκληση, επειδή ακριβώς είναι δύσκολος.-

Koζάνη 1996

Πέτρος Α. Νάτσης

Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2007

ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Κοζάνη 4-3-1994
Ο αθλητισμός αποτελούσε πάντα μια κορυφαία εκδήλωση μέσα στο σύνολο των δραστηριοτήτων του ανθρώπου. Μαζί με τις τέχνες, συνιστά την έκφραση του πολιτισμού-κουλτούρας μιας κοινωνίας. Η κοινωνία από την άλλη, εκφράζεται κατά πλειοψηφία μέσω των εκλεγμένων αντιπροσώπων του λαού, την πολιτική ηγεσία.
‘’Οι κυβερνήσεις πέφτουνε, μα η αγάπη μένει’’ λέει κάποιο λαϊκό τραγούδι και σίγουρα κρύβει μια βαθιά αλήθεια: ότι ο έρωτας καθώς πηγάζει μέσα από την ίδια την ανθρώπινη φύση, εξακολουθεί να μένει ανεπηρέαστος από τις μεταβολές του πολιτικούθ γίγνεσθαι μιας κοινωνίας.
Θα ήταν πολύ ενθαρρυντικό αν οι πολιτικές μεταβολές, άφηναν ανεπηρέαστους και άλλους τομείς της κοινωνικής ζωής, όπως την παιδεία και τον αθλητισμό - στο κείμενο θεωρούμε τις δύο έννοιες παιδεία και αθλητισμό πολύ σχετικές μεταξύ τους.
Το ζητούμενο είναι να δούμε κατά πόσο η παιδεία και ο αθλητισμός αποτελούν φύση του ανθρώπου, οπότε θα ανακαλύψουμε την ανάγκη αποδέσμευσης αυτών των εννοιών από τις ποικίλες και συχνά αντικρουόμενες εκφράσεις της πολιτικής ζωής.
Ο αθλητισμός είναι φύση του ανθρώπου, αφού περικλείει όλα εκείνα τα στοιχεία της ανθρώπινης φύσης στο σύνολό της, όπως βούληση, σκέψη, κίνηση, εκτέλεση, πραγματοποίηση, επίτευξη σκοπού και σε ανώτερο επίπεδο συναγωνισμό. Αθλητισμός και παιδεία πάνε μαζί, αφού μια σωστή παιδεία, καλλιεργεί όλα τα στοιχεία που συν-αποτελούν την έννοια του αθλητισμού.
Ποιος αλήθεια θα μπορούσε να αμφισβητήσει την αρχαία Ελληνική Παιδεία όπου το αθλητικό - Ολυμπιακό πνεύμα ολοκληρωνόταν μέσα από το ‘’νους υγιής εν σώματι υγιή’’, το ‘’ευ αγωνίζεσθαι’’ και το καθολικό ‘’παν μέτρον άριστον’’!
Ως έλληνες πολίτες κουβαλάμε μια ανεκτίμητη αθλητική κληρονομιά, που δεν αφορά απλά σε επι μέρους αθλητικά επιτεύγματα αλλά στην ουσία της φύσης του αθλητισμού.
Ο αθλητισμός ως ιδέα αναπτύχθηκε και μεγαλούργησε στην Αρχαία Ελλάδα και μια πνευματική κληρονομιά δεν αλλάζει ποτέ κληρονόμους.
Είναι κρίμα όμως αυτή η τεράστια κληρονομιά να μην αξιοποιείται προς όφελος του λαού και ειδικότερα της νεολαίας, αλλά να γίνεται ο αθλητισμός αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης.
Ο αθλητισμός δεν χρειάζεται την πολιτική παρέμβαση. Αντίθετα η πολιτική έχει πολλά να διδαχθεί από το ήθος και το πνεύμα που προτείνει ο αθλητισμός στην υγιή του μορφή. Αν θέλει η πολιτική να κάνει κάτι για τον αθλητισμό, αυτό είναι να μην ενστερνιστεί τα αδιέξοδα σύγχρονα μοντέλα εμπορευματοποίησης του αθλητικού ιδεώδους και να ρίξει βαρύτητα στην αθλητική παιδεία.
Επιτέλους ας μην είμαστε ανακόλουθοι των προγόνων μας.

Κοζάνη 4 - 3 - 1994
Πέτρος Α. Νάτσης
Καθηγητής Φυσικής Αγωγής

Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2007

Ο ΚΥΡΙΟΣ ΗΣΥΧΟΣ

Κάποιος είπε γι’ αυτόν ότι κάνει τη διαφορά. Το ερώτημα είναι προς τα πού; Προς τα πάνω ή προς τα κάτω; Αλλά τι σημαίνει πάνω και κάτω; Ποιο είναι το σωστό και ποιο το λάθος; Το ζητούμενο είναι η κοινωνική προσαρμογή, ή κοινωνική καταξίωση ή υπέρβαση απ’ αυτήν;
Ο κύριος ήσυχος κουβαλά μέσα του την αμφιβολία. Δεν είναι εύκολο να τον καταλάβεις. Αυτό δε σημαίνει κάποια αδυναμία. Αν δεν «πιάνεις» τον κύριο ήσυχο είναι μάλλον γιατί αυτός πετά, ενώ εσύ είσαι γήινος. Αυτός πετά μόνος του, έντομο ή πουλί δεν έχει σημασία. Απλά το πουλί διανύει μεγαλύτερες αποστάσεις, και το έντομο εύκολα το σκοτώνεις. Ο συμπαθητικός άνθρωπος της διπλανής πόρτας, που δεν κατάφερε ποτέ να προσεγγίσει τη λύση στο ποιος προϋπήρχε, η κότα ή το αβγό, κουβαλά πάνω του ένα ζεστό χαμόγελο ή μια βαθιά μελαγχολία. Κοινωνική καταξίωση ή κοινωνική ανασφάλεια αποτελούν τα στάνταρντς και το δίπολο μέσα σ’ ένα ψυχόδραμα. Μοναξιά κι ελευθερία. Φυγή κι απομόνωση. Μέσα στα λίγα κρύβονται τα πολλά, γι’ αυτό έχει νόημα «η μιας ώρας ελεύθερη ζωή». «Μακάριοι οι πτωχοί το πνεύματι» γιατί «έν οίδα ότι ουδέν οίδα». Απλά, λίγοι τα αναμετρώνται με την αλήθεια.
Ο άνθρωπος γεννιέται ή γίνεται; Που βρίσκεται η πηγή της αγάπης; Ποιος είναι ο Δημιουργός και ποιο το κτίσμα; Τι είναι Άγιος και τι αμαρτωλός; Πόσο είναι κοντά η κατανόηση στην επιείκεια; Μήπως ακόμα και το μίσος καταλήγει τελικά στην αγάπη;
Ο κύριος ήσυχος μοιάζει με τον άνθρωπο της βροχής. Έναν συμπαθητικό κυριούλη. Κάτι ανάμεσα σε τρελό και παιδί. Που αν ανοίξει το στόμα του και μιλήσει, μπορεί κάποιος να αναρωτηθεί: Τι λέει ρε ο μπαγάσας;

Πένας